WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
dill weed,
dill
n
(plant: aromatic herb)άνηθος ουσ αρσ
  άνηθο ουσ ουδ
Σχόλιο: Χρησιμοποιείται, συνήθως, στον ενικό αριθμό.
 Dill weed is often used in eastern European cookery.
 Ο άνηθος χρησιμοποιείται πολύ συχνά στην ανατολικοευρωπαϊκή κουζίνα.
 Αυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Θα μου δώσεις ένα ματσάκι άνηθο;
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση dill weed στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «dill weed».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!